μουχτάρης

μουχτάρης
ο мухтар (в Турции лицо, стоящее во главе общины)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "μουχτάρης" в других словарях:

  • μουχτάρης — και μουκτάρης και μικτάρης, ο κατώτερος διοικητικός υπάλληλος στην Τουρκία και στα τουρκοκρατούμενα μέρη, τού οποίου η δικαιοδοσία αντιστοιχεί προς αυτήν τού προέδρου τής κοινότητας. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. muhtar] …   Dictionary of Greek

  • μουχτάρης — ο (λ. τουρκ.), ο Τούρκος πρόεδρος κοινότητας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»